Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2007

ΟΚΤΩ


Κάποτε ,πάνε πολλά χρόνια τώρα, ήταν μόνο η σιωπή,. Αυτό γινόταν με ένα φυσικό τρόπο, με μια τελείως ανεπιτήδευτη κατάσταση. Εκεί που καθόταν, εκεί ίσως που συζητούσε, εκεί , σταματούσε και κοίταγε τον συνομιλητή του κατ΄ευθείαν στα μάτια , χωρίς να λέει τίποτα. Ο απέναντι ένοιωθε μια αμηχανία, προσβολή ή και τον πιάνανε τα γέλια. Αυτό το σκηνικό μπορούσε να κρατήσει για ώρα. Το κεφάλι του παρέμενε ακίνητο και το βλέμμα του κοιτούσε εμπρός , ανέκφραστο όλο το πρόσωπο κάτι σα μάσκα που δεν καταλάβαινες ούτε πως ένοιωθε, ούτε τι του συνέβαινε. Ξαφνικά επανερχόταν και άρχιζε ξανά την πρότασή του από εκεί που την είχε αφήσει .Όλοι πια το ξέρανε και όλοι το είχανε αποδεχθεί. Μάλιστα πέρα από τις πρώτες μέρες που του κάνανε και πλάκα, αλλά που αυτός δεν καταλάβαινε και δεν θυμότανε τίποτα, μετά τον αφήνανε έτσι , συνεχίζανε τη κουβέντα και όταν επανερχότανε τον βάζανε κι αυτόν ξανά στη συζήτηση.
Όλη αυτή η ιστορία που φαινότανε ότι είναι κάτι το παθολογικό, στην πραγματικότητα δεν ήταν παρά η φυσιολογική κατάσταση του Τάκη.
Αυτό το ‘κενό’ , αυτή η αφασική κατάσταση , που για όλους τους άλλους και κυρίως για τους φίλους του ήταν περίεργη, για τον ίδιον ήταν η πιο ενδιαφέρουσα στιγμή της μέρας του ή της εβδομάδας ή του μήνα. Γιατί δεν τον έπιανε ούτε με μια περιοδικότητα, ούτε μπορούσε να προγραμματισθεί το πότε θα του συμβεί.
Αυτό λοιπόν το γεγονός μπορούσε να κρατήσει από πέντε περίπου λεπτά έως μισή ώρα και η επαναφορά, από την ακινησία στην κίνηση, γινόταν με μια μικρή περιστροφή του κεφαλιού και από τη συνέχεια της πρότασης πριν να συμβεί το γεγονός. Αν για παράδειγμα κάποιος από την παρέα έλεγε τη λέξη ‘εντάξει’ και η στιγμή στον Τάκη συνέβαινε στο ‘εντ-‘, ξεκινούσε μετά ίδιος από το ‘-άξει’, με τα αναπόφευκτο γέλιο από τους άλλους. Το πιο σημαντικό όμως δεν ήταν όλη αυτή η κατάσταση, το πιο σημαντικό ήταν , πως μετά από αυτά τα περιστατικά ο Τάκης γινόταν χαρούμενος ,έλεγε αστεία και τον έπιανε μόλις γύριζε σπίτι του μια έντονη τάση για δημιουργία. Πήγαινε σπίτι και σαν υπνωτισμένος έγραφε , έγραφε με τις ώρες, χωρίς ούτε καν να σηκωθεί να πιεί ή να φάει κάτι .
Αυτά που έγραφε θα μπορούσαν να θεωρηθούν ασυνάρτητα, ότι δεν είχαν καμμιά σχέση με την πραγματικότητα. Δεν είχαν να κάνουν μόνον με μια ποιητική κατάσταση ή μια γενικότερη συγγραφική δεινότητα , αλλά υπήρχαν και μαθηματικοί τύποι , με τις σχετικές επεξηγήσεις και αναφορές σε υποσωματίδια αλλά και στην ύπαρξη νέων πλανητών , για τους οποίους μάλιστα έδινε και στοιχεία, σε ποια περιοχή του σύμπαντος βρισκότανε, για το μέγεθος τους , τη μάζα τους. Είχε προτείνει μάλιστα και τις συντεταγμένες ενός αρχαίου ναού, βυθισμένου στα τριάντα μέτρα , ανοιχτά από την Ικαρία.
Όταν πέθανε, γιατί πέθανε ξαφνικά, εγώ , ο πιο κοντινός του φίλος , πήρα μια επιστολή που είχε γραφεί από τον ίδιον και που με
εξουσιοδοτούσε να ανοίξω τον υπολογιστή του και να διαχειριστώ τα αρχεία του.
Αυτό και έκανα.
Σα σε συνέχειες σας παραθέτω μία, μία τις ιστορίες.
Είμαι πεπεισμένος πως ότι βρήκε είναι αληθινό .

Δεν υπάρχουν σχόλια: