Παρασκευή 10 Μαΐου 2013


ΤΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑ

ΛΙΜΝΗ ΕΥΒΟΙΑΣ
6η μαϊου 2013
13.23

Εγώ που σε αγάπησα
Εγώ που σ’αγαπάω
Είδα να σκίζετ’ η καρδιά μ’
Το χώμα σα κοιτάω.

Και γλέπω εκεί
Κάτω στη γης
Εσένα ακουμπισμένο
Να μη γελείς
Να μη θρηνείς
Ακούνητο και ξένο.

Λέγω:
Δεν είναι πια αυτός
Δεν είν’ ο άνθρωπός μου
Δεν ημπορεί νάχει χαθεί
Το φως των οματιών μου.

Θα είν’ απ’ τα ονείρατα
Που γλέπω κάθε βράδυ
Από αυτά που σκιάζομαι
Κει μέσα στο σκοτάδι.

Εδώ δε πορπατούσαμε
Εκεί δε χαϊδολόγιαμ’
Πιο πέρα δε σε κοίταζε
Κι ομόρφαινε η μέρα μ’;




Τι ήταν’ αυτό που έγινε
Τι ν’ τούτο που γινιέται
Γιατί να φεύγουν τα κορμιά
Κι αυτό π’ αποθυμιέται;

Ποιά αδικιά το φούρνισε
Ποιά ξύλα καιν’ ακόμα
Ποιός άχαρος χάρος θεός
Σκάβει πάντα το χώμα;

Καϋμένε ανθρώπου που ποθείς
Που πεθυμάς τη ζήση
Κανένα πλάσμα ζωντανό
Σα έρθει δε θα ζήσει.

Του πρέπει ο Νόμος ο σκληρός
Ο πιο κακός κι αχρείος
Που μοιάζει νάναι πα στη γης
Ο πιο γνωστός κι οικείος.

Μόνο που εδώ τον βρήκαμε
Δεν ξέραμε οι έρμοι
Όταν τ’αποφασίσαμε
Τι πιο κακό να σέβρει.

Και κατοικήσαμε στη γης
Με άγνοια μεγάλη
Κουρκούτι είχε το μυαλό
Και άδειο το κεφάλι.

Σα μάθαμε τα βήματα
Και τα κακά μαντάτα
Ήτανε πλια πολύ αργά
Για ν’ αλλαχτεί η στράτα.



Ότι κι αν πεις
Ότι κι αν πω
Δε με παρηγοράω
Τα ξέρω τα χαϊρια μας
Τα έμαθα τα χνέρια
Θα φύγω απ’ τον τάφο μου
Με αδειανά τα χέρια.

Και να το διείς
Να το θυμθείς
Ιγώ δε θα ξανάρτω
 Να καίγετ’ ούλος ο ντουνιάς
Που να βοά η πλάση
Τα έμαθα τα πράμματα
Στου φεγγαριού τη χάση.

Κι όποιος τα μάθει μια φορά
Καλό να τα θυμάται
Της μνημοσύνης το νερό
Να πίνει πριν κοιμάται.

Δεν είν’ εδώ για ψόμματα
Δεν είναι για παιχνίδια
Σα βγεις από τη σήραγγα
Τελειώνουν τα χατήρια.

Σα βγαίν’ μονάχο το κορμί
Και σβύνουνε τα σπίρτα
Μια άηχη βαθειά φωνή
Βγαίνει από τα στήθεια.

Δε την ακούει ποτέ κανείς:
 ‘τι τόθελα και ήρτα’;

Του Ιω'αννη Ψάρρα
Λ'ιμνη ΕΥΒΟΙΑΣ
10 μαϊου 2013 ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ’