Κυριακή 29 Ιουλίου 2012


ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΗ ΟΜΙΛΟΥΝΤΟΣ ΠΑΤΡΟΣ

Του Ιωάννη Ψάρρα

[ Η διάλεξη δόθηκε στις 7 Μαίου 2012 στο Χώρο Πολιτισμού και Έρευνας, ΣΥΝΘΕΣΙΣ, 
www.e-synthesis.gr, στα πλαίσια των ομιλιών της θεματικής του ‘ακαδημαϊκού’ έτους 2011-2012  οι οποίες είχαν ως αντικείμενο την έννοια του ‘Πατέρα’.]


‘Είναι βαρύς από μυστικά κι αυτός
το διαισθάνομαι¨
και θα πρέπει να σκέφτεται ολοένα το ίδιο πράγμα.’

‘Κάποιος με παρατηρεί , με σκέφτεται δυνατά, νιώθω το βάρος.’

Γιώργος Ιωάννου, ‘Για ένα φιλότιμο’, Βεγγάζη 1961

‘Η μετανάστευση η διαρκής
στο σώμα αυτό
η συνεχής
η έλλογος’

Ιωάννης Ψάρρας, ‘Σώματα’, Λήμνος 1983


Μπορεί να τον βλέπετε να έρχεται, να έρχεται από μακριά.
Μια μορφή γνώριμη, μια κίνηση οικεία, με αργό βηματισμό να πλησιάζει.
Σας προσπερνά.
Απλώνετε το χέρι,φεύγει, κοιτάτε μια πλάτη να απομακρύνεται,ένα κορμί βουβό.




Τι είναι ένας πατέρας που δεν μιλά;

Είναι ένα μη ομιλόν ον που δεν έγινε ποτέ ο ΩΝ.
Είναι η εν σώματι καταγεγραμμένη άρνηση να μην είναι ποτέ ο ΩΝ.
Μπορεί να υπάρχουν λόγια που εκφέρονται δια του στόματος αυτού του όντος ,αλλά είναι λόγια άνευ νοήματος.
Ο μη ομιλ-ών πατήρ είναι ένα όν ανάγαπο στα βάθη ενός ωκεανού που διαρκώς κατακριμνήζεται.
Είναι η τραγική ύπαρξη ενός ανδρός που απεσύρθει εξ αρχής από τον κόσμο ,παρότι παρέμεινε εντός αυτού και φαινομενικά έδρασε μέσα σ’ αυτόν.
Παρέμεινε επιδεικτικά ίσως, αυτάρεσκα , αλαζονικά, ως ο μη ομιλών ανήρ ,ένα μη ομιλ-όν ον.
Πρόκειται για τον άνδρα-δομή του πατριαρχικού λεγόμενου πολιτισμού.
Ενός πολιτισμού που ενώ φαίνεται ότι μιλούσε ή ότι εξακολουθεί να ομιλεί δεν είπε ποτέ κουβέντα σε κανέναν.
Αγνόησε τους πάντες παραμένοντας περίκλειστος σε τείχη που τον άφησαν έξω από τη Ζωή.
Είναι ένας απελπισμένος Μινώταυρος , ένας άντρας που παρότι επιθυμούσε να επικοινωνήσει με το παιδί του εγκαταλείφθηκε στην επιθυμία της γυναίκας [του] ,παραμένοντας το παιδί της ,σε μια πλήρη αποπλάνηση και σαγήνη [=μεγάλο δίχτυ].
Πιάστηκε στο μεγάλο δίχτυ της ύλης , σαν σκορπιός που η οποιαδήποτε κίνησή του τον μπλέκει ακόμα  πιο πολύ.
Αυτό το μη ομιλόν ον,αυτός ο άνδρας , που θα μπορούσε να είναι ο ΩΝ, με την αγνότερη δυνατή θέληση και την πλέον καθαγιασμένη πράξη, αυτός μες την εκκωφαντική του σιγή κραυγάζει για λύτρωση, όχι μόνο προσωπική, αλλά και για ολόκληρο το γένος των αντρών και για όλη τη φυλή των ανθρώπων.
Αυτή η τραγικότητα που είμαι:
Άνδρας.

Δηλαδή: έρημος. Όπως κάθε έρημος.

Κι όπου βρω αγάπη να φεύγω. Συνήθεια ή κατάσταση;
Πως ζει ένας άνδρας; Τι κάνει αυτό το ον; Πως διευθετεί το χάος του;
Λυπάται. Λυπάμαι.
Θρηνεί. Δίχως δάκρυα.
Εκεί κι ο σπαραγμός του.
Και φεύγει,φυγάς, πρόσ-φυγας. Εσαεί.
Ποιά πατρίδα, ποιός θεός; Μοναξιασμένοι βηματισμοί , σε αμμουδιές απόμακρες.
Πονάω.
Δεν είναι επιλογή αυτή. Προυπήρχε. Το βρήκα ερχόμενος.
Κι αν δεν πάλεψα να τ’ αποφύγω. Κι αν δε μάτωσα να λυτρωθώ. Ματαίως.
Σπαράζω.

Αγαπάει ένας άνδρας;
Μπορεί;
Θέλει;
Επιβάλλεται: πρέπει να αγαπήσει.
Τι είναι αγάπη για έναν άνδρα; Ξέρει;
Κι όποιος ξέρει να το πει, να μας το διδάξει.
Χωρίς ασάφειες, συγκεκριμένα και  ονομαστικά.


Όλα αυτά αντιλαμβάνεται το παιδί , βιώνει, νοιώθει, ταυτίζεται , πονάει ο εγκεφαλός του, έχει διαρκείς ημικρανίες, από την αναγνώριση του αειθαλούς πόνου του μεγάλου αυτού Άλλου και ορκίζεται μέσα του , ορκίζεται ότι θα τον βγάλει τον ασπάλακα από το λαγούμι του , αυτόν τον τυφλοπόντικα θα τον βγάλει στο φως , να δει τα φωτόνια του κόσμου, να θαυμάσει τα ανοιξιάτικα ζουμπόυλια ,να πει ένα ‘α,αα’.
Εις μάτην! Ματαίως!
Από όπου όμως και η δική εισαγωγή στην ανυπαρξία!

Ο μη ομιλών πατήρ ‘ομιλεί’ ουσιαστικά για την πανταχού παρούσα έλλειψη, είναι ο ίδιος η έλλειψη, που όμως δεν την αναγνωρίζει.
Την αναγνωρίζει όμως το παιδί και επιτακτικά του μιλάει με διάφορους τρόπους γι αυτήν , επιθυμεί να την επικοινωνήσει, γίνεται ακόμα το ίδιο έλλειψη και παραμένει έλλειψη , ελπίζοντας .
Αυτός όμως δεν έχει λόγο να μιλάει για την έλλειψη.Είναι αυτή τούτη η έλλειψη.
Είναι ο πολιτισμός της έλλειψής του.
Η αναλώσιμη έλλειψη.
 Ο μη ομιλών πατήρ είναι ο Κέρβερος που κρατάει το κλειδί της κατανόησης    του φαινομένου του θανάτου.
Αυτή η μη ομιλούσα συλλογικότητα των ανδρών όπου γης και ανά τους αιώνας κατέχει το μυστικό της λύτρωσης από το θάνατο και το φόβο του.
Σ’ αυτό ‘το πλάσμα της φαντασίας’ , που είναι ο θάνατος, σε αυτόν τον περιορισμό της ανθρώπινης συνείδησης , που είναι ο φόβος του, σ΄αυτή την επαίσχυντη εγγραφή στους εγκεφάλους , αν και όχι στις καρδιές μας, απαιτείται μια νέα συλλογικότητα , μια ομιλούσα συλλογικότητα, των παιδιών που ανένηψαν και που με τη γνώση , τη σοφία και τη θέληση που απέκτησαν από την τριβή και την προσπάθεια με αυτό το μη ομιλόν ον , αλλά και με αυτό το σύστημα της αναπαραγωγής του, να καταργηθεί ο θάνατος, που ουσιαστικά δεν είναι τίποτε άλλο από το θάνατο της άρνησης στο Λόγο, στο Ομιλείν, στο Λέγειν των Αξιών του κόσμου, εγκαινιάζοντας έτσι την αληθινή δραστηριότητα.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΟΡΟΙ ΣΥΝΩΝΥΜΟΙ

Αυτά τα βυθισμένα πλοία , που ουδέποτε ανελκύθηκαν,αυτά κατέχουν και κρατούν το μυστικό.
Το παιδί-ενστικτωδώς-το γνωρίζει αυτό.
Και για  αυτό κραυγάζει, για αυτό πεθαίνει.
Η άρνηση όμως του μεγάλου Άλλου είναι άρνηση μεγατόνων.
Η αγάπη του παιδιού προς τον πόνο,την οδύνη, τη θλίψη, το ρίγος της αγωνίας αυτού που κρατεί το μυστικό , αλλά και που καθ’ εκάστην συνδιαλλέγεται μαζί του και που το ίδιο βρίσκεται σε διαρκή διέγερση, δεν αρκεί, δεν επαρκεί.
Απαιτείται η θέληση.
Αλλά που τη θέληση την κατέχει και αυτή ο πατήρ και μάλιστα ο μη-ομιλών πατήρ.
[Μπορεί αυτή η θέληση να είναι το κλειδί;]
Μια θέληση που δεν απεγκλωβίζεται, που απεγκλωβίζεται μόνο με την ομιλία, με τον έλλογο πόθο για ομιλία.
Αυτός ο φαύλος κύκλος επαναλαμβάνεται εδώ και αιώνες.



Ο κύκλος ενός πολιτισμού που ο όφις είναι το σύμβολό του.
Ένας όφις που συνεχώς δαγκώνει την ουρά του,κάνει κύκλους, σπείρες, λυσσασμένος από την άρνηση και τους αιώνες του πένθους.

‘ΖΟΥΣΑ ΣΕ ΤΟΥΤΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΣΚΟΤΑΔΙΩΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΜΥΡΙΑΔΕΣ ΧΡΟΝΙΑ
ΚΑΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΕΜΑΘΕ ΠΟΤΕ ΠΩΣ ΗΜΟΥΝΑ ΕΔΩ’
Γνωστικός Υμνος


***Το παιδί αδυνατεί να απαρνηθεί το μη λόγο του πατρός παραμένοντας το ίδιο μια διαρκής απάρνηση.Οι κοινωνίες ως συνισταμένες των μη ομιλούντων πατέρων απαρνούνται το οποιοδήποτε καινούργιο λόγο.Ότι και να κάνουν είναι μεταμοντέρνοι μηρυκασμοί και ανοιξιάτικες ή φθινοπωρινές θεωρητικές κολεξιόν.
Ο μη ομιλών πατήρ είναι ένας μηδενιστής , οικειοποιούμενος τον θεό που πέθανε, είναι ο θεός που πέθανε.Είναι έτσι εκφραστής της πλήρους έκπτωσης των αξιών και της ακύρωσης της θέλησης για έναν δικαιότερο κόσμο.
Ο μη ομιλών πατήρ είναι μια μοναχική , τραγική, γεμάτη άγχος ύπαρξη, που τοποθετείται μόνος και εν σιγή, απέναντι στον κόσμο που αρνείται .
Το παιδί βλέποντας, βιώνοντας αυτό το ρίγμα του πατρός κραυγάζει ταυτιζόμενο με αυτή τη βαθύτερη οδύνη ,για ολική επαναφορά του πατρός στην ομιλία και στον κόσμο.
Η σύγκρουση αυτών των δύο όντων είναι τεράστια και με αβέβαιο αποτέλεσμα.
Ο μη ομιλών πατήρ εμμένει πεισματικά στο παρελθόν .Το παιδί θέλει να τον μεταφέρει στο μέλλον , στο κοινό τους μέλλον , όπως αυτό το έχει φαντασθεί.
Το παρόν-ο κατ’ εξοχήν χώρος της επαφής και της επικοινωνίας-απουσιάζει παντελώς.
Τα δύο υποκείμενα δεν συναντιώνται ποτέ.
Αυτό που τους ενώνει είναι η κοινή τους οδύνη , ως η μόνη θέση, ο μόνος τόπος συνάντησης , απομακρυνόμενα κάθε φορά που απειλούνται με μια συνάντηση στο τώρα , το μεν ένα στο παρελθόν, το δε άλλο στο μέλλον , παραμένοντας ταυτοχρόνως άχρονα.
Ουσιαστικά ο μη ομιλών πατήρ είναι ένα μη ομιλόν σώμα , ένα σώμα που μεταναστεύει συνέχεια από το έλλογον του όντος. Ένα σώμα, μια αναλαμπή, ένα τρομαγμένο γαλάζιο.
Το παιδί διαισθάνεται , βιώνει αυτό το σώμα ,από λίαν πρωί, πριν τα 3-4 του χρόνια όταν το ίδιο δεν είχε καμμία σχέση με τη γλώσσα , με το λόγο, με τις λέξεις.
[Εξ ου και η μετέπειτα δυσκολία ανασύστασης και ανάμνησης της ταύτισής του].
Η ίδια η σιωπή του σώματος του πατρός-μία ακινησία μέσα στην κίνηση- δίνει στο παιδί το ‘αλλοθι’ της δικής του μελλοντικής αδράνειας, καθυστέρησης , μετάθεσης και το άλλοθι της μέτριας ζωής του.
[Όλα αυτά οφείλονται στη μη επεξεργασμένη εκ μέρους του βαθύτατη θλίψη που το καθηλώνει].
Ουσιαστικά-πλην όμως φαντασιακά –τα δύο υποκείμενα έχουν μια πληρότητα εν αντιθέσει ,μια πληρότητα εν απομονώσει του ενός προς το άλλο , το καθένα επιμένει στον δικό του τρόπο μη αποδεχόμενο την έλλειψη , ούτε του ίδιου, ούτε και της μεταξύ τους σχέσης , δηλαδή μη αποδεχόμενα ένα κοινό γλωσσικό τόπο , μη επιθυμώντας ουσιαστικά κανέναν τόπο-παραμένοντας σε μια ουτοπία απεραντοσύνης ,αρνούμενα την περατότητα, τη θνητότητα και ως εκ τούτου δεν εγγράφουν τίποτε εντός του κόσμου, δεν αφήνουν ίχνος, εκτός ίσως από τη δική τους γραμμή απόστασης ,σα τη γραμμή της βάρκας μέσα στο πέλαγος δίχως όμως να ακούγεται ο ήχος της μηχανής, ο κτύπος της καρδιάς.











‘σπατάλησα ότι μόριο είχα και δεν είχα
για να μαζέψω λίγη θάλασσα
έγινα δούλος σε αμμουδιές και σε βυθούς
περιπλανήθηκα για να βρω την καλύτερη γαλήνη
έγινα ρεζίλι με την επιμονή μου
κορόϊδιο του κάθε μιανού
κι αυτή έφευγε σα σμέρνα
και παιχνίδιζε στο πέλαγο.

και πάλι ο έρωτάς μου
γινόταν κομμάτια
πάλι ότι ποθούσα
έφευγε με τα κύματα.

κι έτσι λίγο λίγο κατάλαβα
πως η ζωή μου
είναι ορίζοντας σε δειλινό
υπόθεση χαμένη εκ φύσεως
διαδικασία περισυλλογής
μικρών αχιβάδων’

Από την ποιητική συλλογή, ‘Σώματα’, Λήμνος 1983


Ο μη ομιλών πατήρ θεωρεί και βιώνει τον κόσμο ως εχρικό απέναντί του.
Το παιδί βιώνει και θεωρεί τη φύση αδιάφορη απέναντί του.
Ο μη ομιλών πατήρ μπορεί να θεωρηθεί ως ο τελευταίος παγανιστής.
Το παιδί ως ο επιστήμων που κατέχει την πλήρη αλήθεια , με έντονο το σωτηριολογικό, θεολογικό της ένδυμα.
Μπορεί αυτοί οι δύο να συναντηθούν ποτέ;
Ο διχασμός είναι διχασμός δύο υποκειμένων που η ιστορική στιγμή τα έφερε να είναι μαζί, που εν τω βάθει ελπίζει το ένα στο άλλο ότι θα το λυτρώσει από την εγκόσμια αγωνία , ότι κάποια στιγμή θα τα βρουν , αλλά και που το καθένα πεισματικά φρουρεί τον δικό του τρόπο θέασης του κόσμου.
Η σύγκρουση είναι τεράστια και εμμένει εδώ και αιώνες.
Ο παγανιστικός κόσμος δεν πέθανε.
Απλώς έπαψε να ομιλεί.
Ο επιστημονικός-με θεολογικό μανδύα –κόσμος, φλύαρος –ως παιδί που διαρκώς διαμαρτύρεται, επιμένει στα δικά του και επιμένει να τα επιβάλλει.
Τα υποκείμενα συνθλίβονται ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο μεγάλες τάσεις της ανθρωπότητας.
Ο νέος κόσμος που αναδύεται δεν θα έχει τίποτε από την απολυτότητα και των δύο.
Θα είναι ένας κόσμος αποδοχής της θνητότητάς του και σε αυτόν τον κοινό τόπο θα συναντιέται.
Αυτή η αποδοχή , αυτή η κατάφαση στη κοινή μας θνητότητα οδηγεί σε ομιλούντα σώματα σε ενεστώτα χρόνο και στην κοινή επιθυμητική βούληση για συνεργασία, για ένα  σχετίζεσθαι εν όλω και για συλλογικές ποιοτικές-έλλογες-δράσεις μέσα στη διαρκή καθημερινότητα των όντων.

*Ο μη Ομιλών Πατήρ και ο θάνατος.

Οι πατεράδες που δεν ομιλούν είναι έντρομοι/έμπλεοι από τον φόβο του θανάτου.
Η υπέρβαση αυτού του φόβου οδηγεί σε ομιλία, όχι σε φλυαρία, αλλά σε ομιλία σχέσης με τον Άλλον , δίχως τον φόβο της εγγύτητας, οικειότητας.
Ο μη ομιλών Πατήρ έχει εγγράψει εντός του εγκεφάλου του αυτόν τον φόβο του θανάτου και ακριβώς γι αυτόν και με αυτό τον φόβο , αδυνατεί να επιθυμήσει και αφήνεται στην επιθυμία της γυναίκας του, την οποία επίσης φοβάται και την οποία επιθυμία της ακολουθεί.
Έτσι το παιδί παραμένει ορφανό και από τους δύο γονείς.
Ο φόβος του θανάτου εδράζεται στον συγκεκριμένο νου , ο οποίος έχει άμεση αντανάκλαση στον εγκέφαλο.
Ο Πατήρ κατοικοεδρεύει στο νοητικό σώμα ,έχει άμεση σχέση με τη σκέψη , με το σκέπτεσθαι.
Αυτό είναι και το μέγα θέμα του λεγόμενου Πατριαρχικού Πολιτισμού.

*Ο μη ομιλών Πατήρ διατηρεί τη φαντασίωση στον υιό, άρα τον ‘κρατάει’ δέσμιο στο χώρο της μητρός  και στο Οιδιπόδειο.


***Το παιδί αντιλαμβάνεται –βιώνει ,αυτόν τον βαθύ και ανομολόγιτο φόβο του Πατρός, και ταυτίζεται μαζί του.
[Ο φόβος του θανάτου ως το μοναδικό έρεισμα –στοιχείο σχέσης –επικοινωνίας με τον μη ομιλούντα πατέρα].
Θέλει μες την παιδική του παντοδυναμία να λυτρώσει αυτόν τον άνδρα από την οδύνη του, το βάζει το παιδί σαν τον βασικό του σκοπό στη ζωή, δεν έχει τίποτε άλλο πέραν αυτού, αν αυτό δεν συμβεί το ίδιο δεν έχει λόγο –κυριολεκτικά και μεταφορικά- και δεν έχει λόγο ύπαρξης.
Αυτήν την απόφαση την έχει πάρει προσωπικά το παιδί στα χρόνια που δεν είχε ακόμα εγκαθιδρυθεί η γλώσσα εντός του ,άλαλο ον,
δηλ .πριν τα τρία του χρόνια, γι αυτό και αργότερα του είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιληφθεί το ίδιο αυτή του την απόφαση ,διότι τα λόγια , πέρα από το ότι είναι σφραγισμένα από τον μη-ομιλούντα Πατέρα, δεν αρκούν, δεν επαρκούν για να φτάσουν σ΄αυτό το βάθος της αιτίας .
Εκεί σταματούν οι πιο πολλές αν και μακροχρόνιες αναλύσεις.
Εδώ η γλώσσα δεν εφάπτεται –καν-στην ουσία .
Απαιτείται κάτι άλλο.

[Του είναι αδύνατον να τον υπερβεί αν δεν αρνηθεί την ανάγκη του για επικοινωνία.]

Ο φόβος του θανάτου είναι ο μοναδικός και ισχυρότατος παράγων σχέσης μεταξύ του παιδιού και του μη ομιλούντος Πατρός.
Είναι η βασική και η επι 24 ώρου βάσεως συνομιλία τους.
Είναι η μεταξύ παιδιού και Πατρός  δική τους omerta!
Σε κάθε περίπτωση που το παιδί καταβάλει προσπάθεια να υπερβεί αυτόν τον μη –ομιλούντα Πατέρα αρρωσταίνει είτε σωματικά, είτε συναισθηματικά, είτε νοητικά.
Ο μη –ομιλών Πατήρ ακυρώνει την ενέργεια της Θέλησης στο παιδί και κατ’ επέκτασιν της ελεύθερης βούλησης του Όντος.
Το παιδί καθίσταται στην καλύτερη των περιπτώσεων ένα μηρυκαστικό επιθυμιών και βουλήσεων του περιβάλοντος  και οπαδός πισειθανάτιων ιδεολογικών ρευμάτων.
Το παιδί έχει δύο επιλογές: η να σιωπήσει ή να επαναστατήσει.
Και τα δύο όμως –όντας ετεροπροσδιοριστικά- ως έχοντα αναφορά στον μη ομιλούντα και μη ακούοντα Πατέρα,οδηγούν συν τω χρόνω στην επικείμενη καταστροφή των παιδιών, που όταν και αυτά γίνουν γονείς ή πάρουν θέσεις εξουσίας ως πατρικές φιγούρες δηλαδή, θα αναπαράγουν , έχοντας ενσωματώσει μέσα στα χρόνια το μοντέλο του μη ομιλούντος Πατρός, καθότι δεν κατόρθωσαν να επιλύσουν της μέσω του γύρου ή των γύρων του θανάτου τον βασικό, αρχικό και πρωταρχικό τρόπο επικοινωνίας τους και τη δική τους μανιακή απόφαση για σωτηρία από την από αυτά αναγνωρισμέρνη οδύνη μέσα στον μεγάλον Άλλον.

Ούτω πως όμως πορεύτητηκε και ο λεγόμενος Πατριαρχικός πολιτισμός μέχρι τώρα.

Με σιωπές και εξεγέρσεις.

Σιωπές μιας λανθασμένης ελπίδας μήπως ακουσθεί η φωνή του Πατρός και εξεγέρσεις μιας απέλπιδας ελπίδας μήπως ακούσει ο Πατήρ τις φωνές των παιδιών.

Σε κάθε περίπτωση έχουμε έλλειμμα.
Έλλειμμα επικοινωνίας
Έλλειμμα επ-αφής
Έλλειμμα σχέσης.

Το κοινό κενό σ’ αυτό το έλλειμμα –ως γέφυρα με σκοινί και όχι μονότοξο πέτρινο γιοφύρι- το κάλυπτε πάντα ο φόβος και όχι ο οποιοσδήποτε φόβος : Ο φόβος του θανάτου.
Ζήσαμε, ζούμε σε ένα τόπο θανάτου.
Ακόμα και τα ονόματά μας –των περισοτέρων από εμάς- είναι ονόματα πεθαμένων.
Εξαιρούνται η Γαρρουφαλιά, η Γιασεμί, ο Τριαντάφυλλος!

***Η Θέληση από όπου κι αν προέρχεται θα είναι πάντοτε κακόβουλη, εγωκεντρική και βίαιη.
Η Θέληση ως κυρίαρχη ενέργεια που κατέχει και μετέχει σε Αρχές και εξέχουσες ποιότητες όταν προέρχεται από ένα Ομιλόν ΟΝ
‘έχει ΚΑΘΑΡΟ ΛΟΓΟ  που από μόνος του είναι πρακτικός και δίνει στον άνθρωπο έναν καθολικό Νόμο , που μπορούμε να τον ονομάσουμε ΗΘΙΚΟ ΝΟΜΟ’, Κάντ , Περί Πρακτικού Λόγου, 6-5

Με τον μη ομιλούντα Πατέρα χάνονται ή ευτελίζονται:
Η Θέληση
ΟΙ Αξίες
Ο ΗΘΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ
Η ΠΡΑΞΙΣ ,που εμπεριέχει τις εξέχουσες ιδιότητες των τριών ανωτέρω .

Να που οδηγηθήκαμε ως πολιτισμός από τους μη ομιλούντες πατεράδες.
Και τώρα που δεν θέλουμε να ξανάρθει ένας Μωϋσής με τις πλάκες του, ένας Πλάτων, ένας Βούδας, ένας Χριστός,άνδρες –πατέρες όλοι λαλίστατοι, οφείλουμε όλοι να επανεφεύρουμε την ΟΜΙΛΙΑ μας , το ΛΕΓΕΙΝ μας, τον ΛΟΓΟ μας, τον ΛΟΓΟ της ‘Υπαρξής μας.

Όχι αφηρημένα και όπου κι όπου.
Αλλά εργαζόμενοι εντατικά και με συνείδηση με το φαινόμενο του θανάτου.
Ο Θάνατος είναι ο μη- ομιλών Πατήρ του κάθενός μας.
Που του καθενός μας ο μη-ομιλών , δικός του Πατήρ- έχει ερμητικά μες τον εγκέφαλό του κρατήσει εφτασφράγιστα το μυστικό της απελευθέρωσης από αυτόν τον αρχαίο ένοικο.
Αυτό εν τω βάθει έχει δει το παιδί,αυτό έβαλε ως σκοπό της ζωής του,αυτό το συντάραζε τις ασέληνες νύχτες των παιδικών του χρόνων, ελπίζοντας ότι αυτός που αγάπησε τόσο πολύ και που αυτό είδε τον βαθύτερό του πόνο , θα του αποκαλύψει τον κωδικό.
Εις μάτην!
Οι πατέρες επί της Γης δεν ομιλούν.
Όσο κι να γράφουν χιλιάδες λέξεις, όσο κι αν δίνουν διαλέξεις οι άντρες αυτής της γης τίποτε απολύτως δεν πράττουν.
Μεταφέρουν μέσα στο χρόνο το ανεπίλυτο.
Όσο δεν αποφασίζουν να συνομιλήσουν και να επιλύσουν –ως τη μόνη και τελευταία ηρωϊκή τους πράξη, αυτό που απ’ αρχής κοσμου ταλανύζει αποκλειστικά και μόνον τους ίδιους και που αυτοί οι ιδιοι κρατούν τα κλειδιά η ανθρωπότητα θα πηγαίνει αργά πολύ αργά και βασανιστικά προς μέτριες ζωές και ελλειματικούς βίους , ως τα μικρά καντηλάκια σε ένα παρατεταμένο μνημόσυνο.
Λυπάμαι.

Για πες μου τι του ζήλεψες αυτού του κάτου κόσμου;
Ευτού βιολιά δεν παίζουνε, παιγνίδια δε βαρούνε¨
ευτού συδυό δεν κάθουνται,συν τρεις δεν κουβεντιάζουν¨
είναι κι οι νιοί ξαρμάτωτοι, κι οι νιες ξεστολισμένες,
και των μανάδων τα παιδιά σα μήλα ραβδισμένα.

*Να τον κάνουμε να μιλήσει ,να του μιλήσουμε εμείς, να μας ακούσει.

Είναι η κορύφωση ενός ιστορικού γεγονότος , η κορύφωση του τέλους αυτού του αρχαίου δυνάστη.
Αυτό είναι το έλλειμμα που πρέπει να υπερνικηθεί, κατανοώντας το και πλησιάζοντάς το.
Από όπου και η ελευθερία μας.
Η Ελευθερία του Λόγου μας.
Η Ελευθερία των σχέσεών μας.
Η Ελευθερία της Πράξις.





Δε σας μιλάω για αγάπη.
Σας μιλάω για τη Θέληση , για τη Βούληση για Υπέρβαση.

Η συνισταμένη των μη ομιλούντων πατέρων τόσους αιώνες έχει οδηγήσει στην κορύφωση της κοινωνίας σε μια εκκωφαντική σιωπή, ομερτά, γύρω από το φαινόμενο του θανάτου.

Αυτή η εποχή και αυτοί οι άνθρωποι που ζουν σ’ αυτόν τον πλανήτη σε ενεστώτα χρόνο είναι οι ικανοί να θέσουν τις βάσεις της απαρχής γι αυτή τη συνομιλία.
Ο Ελληνικός πολιτισμός , υπήρξε και είναι ο πολιτισμός που συνομίλησε με τον θάνατο, γιατί εξ αρχής είχε αποδεχθεί θαρραλέα και ταπεινά τη θνητότητα.
Από τα ομηρικά έπη  μέχρι τα δημοτικά και ρεμπέτικα τραγούδια του!
Τα όποια σύγχρονα προβλήματά του έχουν να κάνουν με τη μίμηση μιας επίπλαστης αθανασίας.
Ο νέος Ελληνικός Πολιτισμός θα ξαναπιάσει το νήμα από εκεί που το άφησε, δηλ.με το ξανα-συν-ομιλήσει με όλους τους εκκλιπώντες πατέρες του .
Οι νέοι πατέρες θα ομιλούν.
Από αυτούς θα ξεκινήσει η ειλικρίνεια του λόγου [τους] που θα οφείλεται σε απόλυτη ελλειψη εκ μέρους τους του φόβου του θανάτου.

Ο ΜΗ ΟΜΙΛΩΝ ΠΑΤΗΡ ΚΑΙ Η ΘΕΛΗΣΗ
***Ο  μη ομιλών πατήρ αρνείται τη θέληση της αγάπης ,αρνείται την εγγύτητα,γιατί η αγάπη , το σχετίζεσθαι , επιτυγχάνεται δια της θελήσεως και όπου δεν υπάρχει θέληση κυριαρχεί ο φόβος , ο φόβος ακυρώνει το Αξιακό λέγειν , δηλ. Την ομιλία πάνω στις Αξίες και τη ομιλία με Αξίες.
Ο ρόλος του ομιλούντος Πατρός είναι εξαιρετικά και απόλυτα σημαντικός , ως ο κατ’ εξοχήν πολιτικός λόγος , ο οποίος βασίζεται στην υπέρβαση του φόβου του θανάτου , στην έκφραση της Θέλησης για Ζωή και στην εκφορά των βιωματικών Αξιών που κατέχει ένα ον που επανέκτησε το Λόγο [του].
Το Αξιακό υλικό αυτού του Ομιλούντος όντος αποτελείται από:
1.Δύναμη,2.Θάρρος,3.Σταθερότητα,4.Ελικρίνεια που προκύπτει από απόλυτη έλλειψη φόβου[αφοβία],5.Ηγετική δύναμη,6. Ικανότητα να αντιλαμβάνεται και να συλλαμβάνει μεγάλα θέματα/προβλήματα με τη μέγιστη δυνατή ευρύτητα του νου  7.  την δυνατότητα να χειρίζεται με καλή θέληση , τρυφερότητα , ταπεινοφροσύνη , ανεκτικότητα, συμπάθεια και υπομονή τους συνανθρώπους του και τις καταστάσεις που προκύπτουν από τη συνάφεια του κόσμου,8.Χρησιμοποιεί τη θεληση της δύναμης την οποία κατέχει με αποκλειστικό και μόνο σκοπό τη συνεργασία και αυτή τούτη τη δύναμη της επιτρέπει να γίνεται αντιληπτή ως το κύριο εργαλείο της αγάπης και έχει θέσει ως μοναδικό του σκοπό αυτό το Ομιλόν-πλέον- Ον ,9.τον πλήρη και τελεσίδηκο τερματισμό της απομόνωσης και της μη Ομιλίας των όντων μεταξύ τους και 10.την ουσιαστική τους ταύτιση με το ρυθμό του Όλου.

Είναι η εποχή της Θέλησης , όχι οποιασδήποτε θέλησης, αλλά της Θέλησης να ζήσω με Αξίες , να θέλω να ομιλώ γι αυτές και με αυτές, να τις κατέχω ως το μοναδικό μου ένδυμα ,να δια-λογίζομαι με αυτές, να είμαι ΑΥΤΕΣ!
Πολλά τα χρόνια μες το γίγνεσθαι , μες τις μητέρες δηλαδή, μες τα μυθιστορήματα του ασυνεχούς μητρικού λόγου , που δεν απήλαυσε, δεν αγαπήθηκε , που μας μπέρδεψε.
Ο λεγόμενος πατριαρχικός πολιτισμός, υπήρξε ο πολιτισμός υιών, εντός του Οιδιποδείου, υπήρξε η εκδίκηση των μητέρων όπου γης ,για το ανάγαπο του καθημερινού τους βίου, υπήρξε το γίγνεσθαι της ψυχρότητας των όντων, της απομόνωσής τους, της διανοητικής τους υπερηφάνειας, της ασάφειας , της ιδιοτέλειας, της επίκρισης, της εντονότατης υλιστικής τάσης και δραστηριότητας , των εσφαλμένων κινήτρων, της λαχτάρας για δόξα και ομορφιά ,πάντα με υλιστική κατεύθυνση , της καταβύθισης στις πλάνες και στις αυταπάτες.
Ο Καπιταλισμός είναι ο λόγος της μητέρας, ο λόγος της ύλης, της γυναίκας που δεν αγαπήθηκε , το σύστημα της θλίψης και της οδύνης,το σύστημα του φόβου του θανάτου, της μη αποδοχής της θνητότητας, το σύστημα της άρνησης της έλλειψης , του ελλείμματος, το κατ΄εξοχήν φλύαρο σύστημα του μη Ομιλούντος Όντος,το σύστημα που παγήδευσε το Λόγο του Πατρός και τον οδήγησε στην αφάνιση και στην μη Ομιλία, άρα και στην μη εκδήπλωση και εμφάνιση στο προσκήνιο της Θέλησης για το Καλό και το Αγαθό.
Ο καιρός όμως είναι.
Είναι ο καιρός για το ΕΙΝΑΙ,για το ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ, για την επαναφορά του Λόγου του Πατρός, για την εγκαθίδρυση της θέλησης,  τη θέληση που εγκαινιάζει, τη θέληση που ενοποιεί, τη θέληση που εξελίσσει, τη θέληση που εναρμονίζει, τη θέληση που δρα, τη θέληση να προκαλεί, τη θέληση να εκφράζει, είναι εκείνη η θέληση που εξεγείρει και προκαλεί μύηση, εκείνη η θέληση που είναι η αιτία του οράματος ή η ικανότητα να βλέπουμε, εκείνη που αναπτύσσει την ευαίσθητη αντίληψη σε γνώση, τη γνώση σε σοφία, και τη σοφία σε παντογνωσία, εκείνη που είναι η φωτισμένη θέληση, η βάση της ενόρασης, εκείνη που είναι το κοσμικό σπέρμα της απελευθέρωσης, εκείνη η θέληση που είναι η αιτία της ικανότητας να δομούνται μορφές σκέψης, που σχετίζονται με τη δημιουργική παρόρμηση, εκείνη τη θέληση που είναι η αρχή της τάξης ,αυτά όλα  είναι συνώνυμα, και ο έλλογος αυτός Λόγος είναι λόγος ποιητικός , είναι λόγος για τον  καιρό του ποιείσαι, τον καιρό του ποιείν , του αγαθώς πράττειν,   ο κατ΄εξοχήν λόγος , ο δικός μας λόγος , των όντων που ανένιψαν , που διήλθαν από τη στενωπό της ύλης/θλίψης και που έχουν λόγο , λόγο κοινό, συνεργατικό, λόγο ύπαρξης και αυτός είναι ο καιρός τους , ο δικός τους καιρός και αυτός ο καιρός είμαστε εμείς , τα εν πλήρει θελήσει ιστορικά υποκείμενα που δρουν στον ενεστώτα
Χρόνο του Είναι τους, δηλαδή ΤΩΡΑ!
‘Η ΘΕΛΗΣΗ ΕΙΝΑΙ Η ΔΥΝΑΜΗ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΕΙ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΕΚΕΙΝΑ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΔΙΑΧΩΡΙΣΘΕΙ’
ΑΓΚΝΙ ΓΙΟΓΚΑ-Η ΓΙΟΓΚΑ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣ

ΟΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΚΑΙ Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ

***Στις εσωτερικές διδασκαλίες υπάρχει η εξής αντιστοιχία:
το Πνεύμα είναι ο Πατήρ
η Ύλη είναι η Μήτηρ
και η μεταξύ τους σχέση,ο γάμος του γεννά το παιδί, τη Ψυχή , τον Υιό, όπως λέγεται.
Η τάση και η πρόταση των εσωτερικών διδασκαλιών είναι το βλέμμα να μην εστιάζεται στην ύλη/μητέρα, να μην ταυτίζεται μαζί της , να μην την επιθυμεί , να μην αποπλανάται από τη σαγήνη της [σαγήνη σατ ελληνικά σημαίνει μεγάλο δίχτυ] , αλλά να αρχίζει να κοιτάει προς τη Ψυχή, δηλ. στο παιδί, στον Υιό , στον Εαυτό , να επιθυμεί κανείς την επαφή , τη σχέση με τη Ψυχή του, τη δημιουργικότητα του, την Ατομικότητά του.

Ο Υιός [=η άλλη ονομασία της Ψυχής] , συνειδητά ‘αιμομικτεί’ με τη μητέρα ύλη-την προσωπικότητα =σώμα-συν-νους, συμβαίνει αυτό που αποκαλείται η ‘εμποτισμένη από τη Ψυχή προσωπικότητα’.
Καθίσταται ένας συνειδητός Οιδίπους.Η Ψυχή –Υιός συνειδητά έρχεται σε σχέση ,συνάφεια, αγάπη , με την ύλη-μητέρα  και γεννά μαζί της τα παιδιά του Πνεύματος.
Δεν βγάζει ο Υιός με καμμία πόρπη τα μάτια του.Ίσα-ίσα βλέπει και γνωρίζει πάνω από όλα το ‘σώμα’ ,το σώμα της μητέρας γης και επιθυμεί διακώς να συνευρεθεί μαζί της ,ιερουργώντας και καθαγιάζοντας το τεθλιμένο κορμί.

Ο Υιός δεν έχει ενοχές για την ‘αιμομιξία’, ίσα –ίσα , την επιθυμεί.
Η μητέρα-ύλη, ουσιατικά επιθυμεί μόνον τον εαυτό της και επιθυμεί να επιθυμήσει ο Υιός [της] τον εαυτό της και μόνον ! Δεν αφήνει δεν επιτρέπει στο παιδί να κοιτάξει αλλού,παρά μόνον και αποκλειστικά εκείνην!Παρ’ ότι η Ιφιγένεια με θυμό αλλά και καθαρά της λέει:’’Μάνα, για το κοινό καλό με γέννησες, όχι για σένα μόνο’.
Δεν επιθυμεί να επιθυμήσει ο Υιός την επιθυμία του,επιθυμεί να επιθυμήσει την επιθυμία της και  μόνον!Είναι μια καταβροχθιστική μητέρα.Έτσι ήταν πάντα.Θρέφεται απ’ τα παιδιά της.Είναι η Αγαύη στις Βάκχες που τρώγει κυριολεκτικά και κανιβαλιστικά το γιό της τον Πενθέα.

Η βασική όψη –ποιότητα της Ψυχής-Υιού είναι η Ελευθερία.
Είναι ο Ελέυθερος Υιός που κάποια στιγμή επιθυμεί και βούλεται να είναι ελεύθερος από τη φενάκη και τη σαγήνη.
Αυτός ο Υιός που πλάγιασε με τη μητέρα ,ανένοχος και γέννησε μαζί της τα παιδιά τους ,καθίσταται δημιουργός και ως δημιουργός ελεύθερος και ως ελεύθερος οδεύει προς τον πατέρα.
Επιθυμεί κατ΄αρχάς και βούλεται κατόπιν την επικοινωνία με τον Πατέρα/Πνεύμα.
Επανακτά τη δύναμή του , ξαναβρίσκει την πρωταρχική του πηγή –από αυτήν είχε αποκοπεί- , το Λόγο του , τον Λόγο του Πατρός , δηλ. Τη δύναμη της Θέλησης και τις σημασίες της.
Βούλεται να είναι , ξαναβρίσκει τη φωνή του, μόνον τότε αποκαθίσταται η ουσιαστική ομιλία –όταν ακουσθεί η φωνή του Πατρός- ο λόγος του γίνεται σαρξ , ο κάθε λόγος του, ο έλλογος λόγος , η έλλογη σάρκα, ο άμεσος λόγος.
Οι μεταναστεύσεις ,οι μεταθέσεις και οι περιπλανήσεις σταματούν και η κάθε ΠΡΑΞΙΣ είναι έμπλεη νοήματος , είναι ΝΟΗΜΑ, το ΝΟΗΜΑ ως ΠΡΑΞΙΣ , πλέον!

Ο Οιδίπους στον Κολωνό δεν πηγαίνει γέρων.
Ξεκινάει από εκεί.
Νέος-νεώτατος , δίχως κανένα αίνιγμα καμμιάς Σφίγγας να επιλύσει.
Ήδη γνωρίζει.
Δίχως κανένα φόβο, αναίμακτος, ομιλών, δημιουργός, εραστής, ποιητής, αμήτωρ, επιθυμών την ίδια του τη βούληση ,ανένταχτος, ελεύθερος , ενώνοντας και συνθέτοντας εντός του τον Λόγο μιας συνεχούς αναγενόμενης Σοφίας , με τη δύναμη της δικής του θέλησης, δίχως καμμία βακτηρία , πορεύεται ευθυτενής , δείχνοντας δια της παρουσίας του την περιεκτικότητα και την άνευ αινίγματος και ερωτημάτων ανθρώπινη υπόσταση.
Ο Υιός, η Ψυχή δεν είναι τίποτε άλλο από τον Άνθρωπο που επεθύμησε τον Εαυτό του , που αποφασιστικά και αποκλειστικά το σκέπτεσθαι είναι η κατοικία του, η βούλησή του η πατρίδα του, το κατοικείν των Αξιών μιας  θέλησης διαρκείας που οι αιώνες τη σμίλευσαν ο τόπος , η γεννέθλια γη του.

Μέσα από τις έννοιες και τις σημασίες των εξαίχουσων ποιοτήτων των λέξεων που εκφέρει, αυτό το ΟΜΙΛΟΝ –ΟΝ, συνομιλεί με τον Κ[κ] όσμο και τα πράγματα, συνθέτει εντός το λόγο του Λόγου και οδεύει προς ολοκλήρωση.
[Εξ άλλου οι λέξεις ολοκλήρωση και σύνθεσις είναι όροι ανταλλάξιμοι.]
Εισέρχεται-εκουσίως- στον χώρο-τόπο της Σύνθεσης.



Η ΣΥΝΘΕΣΙΣ , ως συμβολικός πατέρας έχει λόγο και ομιλεί .
ΣΥΝΘΕΣΙΣ σημαίνει: ομαδική ευημερία.
Η ΣΥΝΘΕΣΙΣ είναι ο Λόγος που στέκει.
Η Θέληση για Αγάπη, η Αγαπητική Θέληση.
Είναι μια έννοια, μια σημασία που αγκυροβόλησε.
Η ΣΥΝΘΕΣΙΣ είναι ο παρών Λόγος, ο Λόγος του Είναι , και που Είναι.
Ο Υιός θυμήθηκε , ξαναβρήκε το Λόγο του , το Λόγο του είναι, του είναι του.
Έγινε ο ΩΝ, Ο ΟΜΙΛ-ΩΝ!
Έκανε χρήση γι αυτό –είτε το γνώριζε , είτε όχι-Νόμων, Νόμων της Ψυχής του Κόσμου, όπως το Νόμο της Άπωσης-η οικειοθελής αποταύτηση από αγαπημένα αντικείμενα και η εισαγωγή στη χώρα της οδύνης, τον Νόμο της Μαγνητικής Παρόρμησης-ως ο νόμος της βασικής επαναφοράς εις Εαυτόν παρά και κατά την διάρκεια των αποεπενδύσεων και απωλειών-, ο Νόμος της Υπηρεσίας - ως ο νόμος της εξόδου από τη λυπομανία-, ο Νόμος της Θυσίας -ως η παρόρμιση να δίνουμε-, ο Νόμος της Ομαδικής προόδου-ως το νόμο της Φιλότητος και της επανένωσης και συνεργασίας με τους πραγματικούς συγγενείς-, αυτούς τους συγγενείς των αποστάσεων, που ξαναβρέθηκαν σ’ ένα ταβερνάκι αρχές Σεπτέμβρη, στο νησί, στο νησί μας.
Συνέθεσε ,λοιπόν , τα μεγάλα αντίθετα εντός του , τη μεγάλη αντιπαλότητα και διαμάχη , μεταξύ μητρός και πατρός, μεταξύ ύλης και πνεύματος.
Και πράττει πλέον αυτό που ο Ανδρέας Εμπειρίκος στην ποιητική του συλλογή ΟΚΤΑΝΑ και στο ποίημα:
‘Πυρσός λαμπρός του υπερτάτου φαροδείκτου’:

‘ Όχι! Όχι! Δεν βρίσκεται η χαρά στην άλλη όχθη μόνο! Είναι εδώ, μεσ’ τις ψυχές μας , μέσα σε τούτες τις καρδιές, ...αφού και μέσα μας ο ήλιος ανατέλλει...φως εκ φωτός αυτός , πυρσός λαμπρός του υπερτάτου φαροδείκτου,...Έτσι ελάλησα και κάθε αμφιταλάντευσις απέπτη απ’ τις ψυχές μας.Η αγαλλίασίς μου στους άλλους μετεδόθη...’

Ούτω πως συμβαίνει , το ομιλόν ον αγάλλεται, γίνεται φωτοφόρο άγαλμα , φως εκ φωτός ,αυτό το ον που συνέθεσε και μετουσίωσε μέσω της επίπονης και μακροχρόνιας εργασίας εντός του τα αγαπημένα , απωλεσθέντα αντικείμενα, τελειώνοντας το ίδιο με την μακροχρόνια του αμφιθυμία , πενθώντας ακόμα και αυτό το ίδιο του  το πένθος, αποδέχεται ‘τον ήλιο που ανατέλλει μέσα του , επιτυγχάνοτας έτσι το ομοούσιον φως, δηλ. την αφομοίωση των αντιθέτων’.
Ούτω πως λοιπόν : ‘πάσα αμφιταλάντευσις απέπτη=εχάθη, εξαφανίστηκε’ και ‘η αγαλλίασίς μου εις τους άλλους μετεδόθη’’, αυτή η αγαλλίαση, αυτό το αγάλλομαι, μεταδίδεται ως ακτινοβολία , ως ηλεκτρισμός και διαπερνά τους άλλους,απ’ όπου και η ίασις.
Γεφυρώνει τα χάσματα εντός του και με καθαρό οφθαλμό πορεύεται καθιστώντας τον εαυτό του δημιουργό ενός Λόγου που εκφέρει το όραμα και το πραγματώνει  κατά τη διάρκεια του ιστορικού του χρόνου της φυσικής παρουσίας του επί της Γης.









35.
ΠΕΝΘΩ ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ
ΥΙΟΣ ΠΟΥ ΑΠΕΚΤΕΙΝΕ
ΖΩΗΝ ΜΗΤΡΟΣ ΤΕ

36.
ΠΕΝΘΩ ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ
ΓΕΝΝΗΤΟΡΟΣ ΠΑΤΡΟΣ ΤΕ
ΥΙΟΣ ΑΜΗΤΩΡ

‘ΕΠΙΤΥΜΒΙΑ ΧΑΪ ΚΟΥ’,εκδ.ΣΥΝΘΕΣΙΣ,2011


   

‘Έχεις σκεφθεί ποτέ , ότι ακριβώς όπως υπάρχει μία μαθητεία πόνου και λύπης, μπορεί επίσης να υπάρχει μία μαθητεία χαράς και επίτευξης;
Αυτή είναι μία σκέψη άξια προσοχής.’

 ‘ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ’, ΤΟΜ ΙΙ, ΣΕΛ.671