Κυριακή 29 Μαΐου 2011


Η  ΗΔΟΝΙΚΗ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΤΗΣ ΘΛΙΨΗΣ
Του  Ιωάννη Ψάρρα
                    

Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν.

 Έτυχε να ΄ναι τα χρόνια δίσεχτα¨

πόλεμοι χαλασμοί ξενιτεμοί¨

κάποτε ο κυνηγός βρίσκει τα διαβατάρικα πουλιά
κάποτε δεν τα βρίσκει¨
το κυνήγι ήταν καλό στα χρόνια μου,
πήραν πολλλούς τα σκάγια¨

Γιώργος Σεφέρης : ΚΙΧΛΗ, το σπίτι κοντά στη θάλασσα

Μεταφέρεται η θλίψη¨ με τον άνεμο. Από άτομο σε άτομο κι από γενιά σε γενιά.
Μεταφέρεται και ο νόστος της¨ σαν το μόνο σημαντικό γεγονός της ζωής.
Ηδονικά παραμένει κανείς στην νοσταλγία της.
Καθηλώνεται εκεί¨ γίνεται πέτρα.
Μέσω αυτής επιβεβαιώνει την ύπαρξή του. Η μνήμη ξέρει μόνον αυτή. Παραμένει σ’ αυτήν.
Ότι και να κάνει ένα άτομο ή ένα Έθνος από αυτήν εκκινεί, σ’ αυτήν έχει αναφορά.
Δεν την επεξεργάζεται όμως, δεν εμβαθύνει, δεν ψάχνει για τα αίτια, αποφεύγει τη μετωπική σύγκρουση μαζί της,την παραδοχή, το αναπόφευκτον μιας οδυνηρής αποκάλυψης.
Και γιατί να το κάνει;
Κι αν το κάνει τι άλλο πιό δυναμικό, πιό ιστορικό, πιό εντυπωσιακό θα έχει να βάλει στη θέση της;
Την πεζή καθημερινότητα
ή την επικίνδυνη και μη αναγνωρίσιμη εισροή της χαράς;
Χίλιες φορές αυτό που ξέρουμε, αυτό που μας δώσανε.
Έτσ’ τα βρήκαμε παιδάκι μ’, τι θες και τα σκαλίζ’ς;’, όπως μου έλεγε και η γιαγιά μ’ η Ειρήνη, η Μπαμπίνενα , που ‘χε ζήσει και τους δυό διωγμούς ,στο μικρό νησάκι της Κούταλης[όλο κι όλο 8 τ.χιλ] και που στον πρώτο την είχαν πάει μαζί με όλο το χωριό μέχρι μέσα στο Μιχαλίτσ’ και χάσανε μανάδες ,πατεράδες ,αδέλφια κι όσοι γυρίσανε ,πιάσανε πάλι από την αρχή ,να καθαρίζουνε τις πεζούλες, να καλαφατίζνε τα καίκια, να ασβεστώνουνε τα σπίτια.
Δεν τον πήραμε χαμπάρι εκείνον τον πρώτο το διωγμό.Νομίζαμε ότι μπόρα ήτανε και πέρασε.
 ‘Το ξύλο αυτό που δρόσιζε το μέτωπό μου
τις ώρες που το μεσημέρι πύρωνε τις φλέβες
σε ξένα χέρια θέλει ανθίσει. Πάρ’ το, σου το χαρίζω¨
δες, είναι ξύλο λεμονιάς…’
Γιώργος Σεφέρης: ΚΙΧΛΗ, το ναυάγιο της ‘Κίχλης’








Μπορεί ακόμα και να έχουμε την ηδονική θλίψη ενός λαού που παραμένει νωχελικός νοσταλγώντας μια παιδική ηλικία- όσο οδυνηρή κι αν υπήρξε- αρνούμενος πεισματικά να αποταυτισθεί απ’ αυτήν. Αρνούμενος να ενηλικιωθεί, αποδεχόμενος το τέλος μιας πράξης και ενός θανάτου που έχει προ πολλού συντελεσθεί και την οποία τελετή αλαζονικά αποποιείται και επιδεικτικά αρνιέται να παρευρεθεί, θρηνώντας  γοερά και ομαδικά το τετελεσμένον,επιμένοντας έτσι στον κατακερματισμό της ύπαρξης και στη μη σύνθεσή της.
( Για ένα άτομο και ένα Έθνος αυτή η παραμονή είναι το μέγα εμπόδιο και η μεγάλη καθυστέρηση στην κατάφαση της ζωής.)
Η μη αποφασιστική ατομική και συλλογική επεξεργασία και ο ενσυνείδητος απεγκλωβισμός από την ηδονική αυτάρεσκη και αυνανιστική παραμονή στη θλίψη είναι –δυστυχώς- η σύγχρονη μεγάλη ιδέα ( πλάνη ) του γένους των Ελλήνων.Και αυτή η βαθιά πληγή,η βαθιά λύπη, η πίκρα έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνον με το κορυφαίο γεγονός της σύγχρονής μας ιστορίας , τη Μικρασιατική καταστροφή ή τον Ξεριζωμό.Εγώ έτσι τον λέω.Αυτό το ΞΕ μπροστά απ’ τη ρίζα, τα λέει  όλα.Όσο ψιλό, όσο δυνατό όσο όμορφο κι αν είναι το πλατάνι, η βελανιδιά, το κυπαρίσσι, δίχως τη ρίζα, χωρίς τα γονιμοποιά στοιχεία του χώματος, μαραζώνει.
Χρειαζόμαστε ,ως άτομα και ως ‘Εθνος, άμεσα να κοιτάξουμε αυτή τη ρίζα μας, όχι γεωγραφικά πια, αλλά στον τόπο μέσα μας, στην καρδιά μας, στα νεύρα μας, στο αίμα μας ,να βρούμε αυτή τη ρίζα της πίκρας, να προσ-φύγουμε εκεί, προσ-φυγες εμείς ,αγκαλιάζοντας αυτή την πληγή και επουλώνοντάς την καταφάσκοντας και αποδεχόμενοι τη θλίψη μας.
Είναι επιτακτική η ανάγκη να σταματήσει η επέλαση προς τα ανατολικά της λύπης μας και θαρραλέα να επαναστατήσουμε ενάντια σε μια νοσταλγία που μας καθηλώνει τόσο στις μεταξύ μας σχέσεις, όσο και στην ευφυία μας, τη δημιουργικότητά μας, μας κλείνει την καρδιά και μας αφήνει έξω από την επικείμενη εισροή της ζωής.
Μπορούμε να μετουσιώσουμε αυτή την οδύνη ,γιατί αυτή η οδύνη έχει κατακρατήσει εντός μεγατόνους αγάπης, καλής θέλησης και αλληλεγγύης, που περιμένουν την ώρα και τη στιγμή για να εκδηλωθούν και να μας μεταμορφώσουν!.
( Η όλη εισήγηση έχει την υποσημείωση του κατεπείγοντος.)
Είναι θλιμμένο το Έθνος μας.
Βαθιά θλιμμένο, μ’ ένα μελαγχολικό, χρόνιο πένθος.
Η αποδοχή και η επιμελής επεξεργασία της θλίψης μας: ιαματική.
Η παραμονή μας στην ηδονική νοσταλγία της: μια νέα ( ψυχολογική ) Μικρασιατική καταστροφή.
Η καρδιά του Σκορπιού βασίλεψε,
ο τύραννος μέσα απ’ τον άνθρωπο έχει φύγει,
κι όλες οι κόρες του πόντου, Νηρηίδες, Γραίες
τρέχουν στα λαμπυρίσματα της αναδυομένης
όποιος ποτέ του δεν αγάπησε θ’ αγαπήσει,
στο φως¨
Γιώργος Σεφέρης: ΚΙΧΛΗ, το φως
29-Μαίου-2011