Ιωάννης Ψάρρας
ΤΟ ΤΡΙΑ
ΤΟΥ ΕΝΟΣ
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
2002
1.
Θλίβομαι
Θνητού
θεού θαρρείς θύμα
Εγώ
Που
σιώπησα σιωπές σιαγόνων σιγής
Που
ασπάσθηκα ασπάλαξ άσπιλον άσπρο
Τα
ιμάτιά μου να διασκορπίζω και
Να
επανέρχονται ατόφια
Εγώ,τώρα
Τα
σωματίδιά μου να εκποιώ τα φωσφορίζοντα και
Κανείς
να μη τα έλκει
Εγώ,τώρα
Ο από
αιώνες αυθάδης και επιλήσμων
Την
τέφρα μου να χαρίζω στα ύδατα και
Παρευθύς
να συντείκομαι σε σώμα.
Άναρχε
κι ανελέητε
Δαίμονα
του θεού μου
Δακρύζω
και
Τα
τελευταία μου ηλεκτρόνια
Ωσεί
θρόμβοι αίματος
Θρηνούν
την εν ζωή ταφή μου.
Άναρχε
κι ανελέητε
Αγαπημένε
Τι
τόθελα το ξόδεμα
Τα
πλήθη
Κατετετμήθην
απ’την οδύνη και
Άφλοξ
ενεδύθην τις γνώμες μου
Αλαζών
σκληρός και
Ρίψασπις
Τα
γεγονότα τα έζησα μόνος.
Άναρχε
Ματώνω
τα γόνατα
Θλίβομαι
συν.
Οικειοθελώς:
Οίκος
οικείος οίκαδε.
*
2.
Σπατάλησα
και την τελευταία κραυγή μου
Και δεν
ησακούσθην
Θραύεται
η χορδή
Η
απόσταση αιώνας
Δια
δισεκκατομυρίων διαιρείται η μονάς
Δεν
αγγίζεται η άκρη
Παρά
τον τρόμο
Δεν
έχει ευσπλαχνία η στιγμή
Το
σημείο ακινητεί ιλιγγιωδώς
Άοσμος
φόβος
Δεν
έχει αγάπη το έρεβος
Εκλιπαρώ
Δεν
αγάπησα
Θυμάμαι:
Αγαπήθηκα
όμως
Διαλύεται
η καρδιά
Τόσους
γαλαξίες
Μηδενικά
εβδομήκοντα οκτώ και
Μόνος
Στο
χρόνο και στο χώρο
Ανάγαπος
Πενθώ
Την
ερημία της άγνοιας
Τις
μάχες του ψεύδους
Έρχομαι
Το φως
επιταχύνεται εντός μου
Ιδού
Όλα τα
τσόφλια τα κελύφη τα όστρακα
Ιδού
Τα
κεκτημένα της άπνοιας
Εδώ
Οι
πρόγονοι οι γονείς οι επίγονοι
Σε
ξορκίζω
Αν
ξανάρθεις στη Γη
Μην το
ξαναπαίξεις μάγκας.
*
3.
Με
φόβησα
Άχρι
θανάτου
Ενεστάλαξα
εντός μου
Το πυρ
το εξώτερον
Η δίνη
περιδινούτο
Πέριξ
της επιφύσεως
Ο
βόμβος ως
Τετρακισχίλιοι
έλικες ελικοπτέρων
Ο
σπαραγμός μέγας.
Δεν ήτο
όνειρον
Ουδέ
ενύπνιον
Ήτο
πράξις.
Δεν
ήταν λέξεις
Ούτε
λόγια
Ήτο
ποίησις.
Κι αν
δεν κρατούσα από γερή γεννιά
Θα
ήμουν τώρα επαίτης
Δισκίων
ανακουφίσεως
Από την
ιλιγγιώδη ταχύτητα των συνειρμών.
Το είπα
και άλλοτε εις την κοινήν:
Ο
θάνατος είναι εγγραφή στον εγκέφαλο.
Τίποτε
άλλο.
Εμείς
και οι τεθνεότες το ξέρουμε.
Σειρά σας
επιστήμονες
Να
τελειώνει κι αυτό.
Να πάμε
για ψάρεμα
Τρία-τρία
τα σαφρίδια
Ν’ανεβαίνουνε
με το τσαπαρί.
Κι οι
βάρκες γύρω-γύρω Αυγουστιάτικες.
*
Σπέρμα
θαλασσινό
Οσμή
πανσελήνου
Μάρμαρο
για κίονα
Για
Παρθενώνα
Βιολογία
Πεθαίνω
μέσα στο σύμπαν
Αστέρες
με καλούν
Απλανείς
με θέλγουν
Αγάπη
μου, Γη μου
Οι
θεωρίες μαραίνονται
Γίνονται
εξουσίες
Τροφή
θυμαπατών
Όλη η
χαρά μου
Ο πόνος
που με ανέθρεψε
Οι
στίχοι επουλώνουν
Η
ποίησις θεραπεύει
Έτσι,
έτσι μόνον
Αβλαβής
Με τη
δύναμη της ανάληψης
Ακούω
Μουσικές
απ’ το Σείριο
Σιωπές
του Ωρίωνα
Τι
θέλει ο γυμνός;
Όταν
πεθάνει
Ένα
λευκό σεντόνι και
Τους
αγαπημένους να γελούν
Τους
γνωρίζοντες να υπόσχονται συνάντηση.
*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου